Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, σε περίπτωση διαζυγίου ή διάστασης, οι σύζυγοι υποχρεούνται σε διατροφή των ανήλικων τέκνων τους και των ενήλικων εφόσον αυτά σπουδάζουν. Διατροφή προβλέπεται και από τον έναν σύζυγο στον άλλο, αλλά εκεί υπάρχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται.
Εφόσον οι σύζυγοι δεν τακτοποιήσουν μόνοι τους το θέμα της διατροφής, το ποσό που θα καταβάλλεται και το χρόνο καταβολής του, αρμόδια είναι τα αστικά δικαστήρια για να ορίσουν το ύψος της διατροφής επισημαίνει η Αναστασία Μήλιου Δικηγόρος Αθηνών. Για τον καθορισμό της διατροφής λαμβάνονται υπ' όψιν ο αριθμός των τέκνων, η ηλικία και τα συνήθη μηνιαία έξοδά τους, τα έξοδα και τα έσοδα του γονέα που έχει την επιμέλεια και τα έξοδα και έσοδα του υπόχρεου προς διατροφή γονέα. Συνήθως υπόχρεος προς διατροφή είναι ο πατέρας των τέκνων καθώς την επιμέλεια έχει συνήθως η μητέρα.
Η διαδικασία που ακολουθείται είναι η κατάθεση αίτησης ασφαλιστικών μέτρων με προσωρινή διαταγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου. Η διαδικασία της προσωρινής διαταγής είναι σύντομη, το ποσό και η υποχρέωση διατροφής καθορίζονται σε 2-3 ημέρες από την κατάθεση της αίτησης και η υποχρέωση καταβολής διατροφής ξεκινάει άμεσα, με όλες τις νομικές συνέπειες που θα αναλύσουμε κατωτέρω.
Εν συνεχεία, δικάζεται κανονικά η αίτηση των ασφαλιστικών και ακολουθεί η συζήτηση της αγωγής που ισχύει για 2 ή και περισσότερα χρόνια αναλόγως με το τι ζητάμε στο δικόγραφο. Αν δεν ασκηθεί ή δεν συζητηθεί η τακτική αγωγή, η απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, ως προσωρινή λύση παύει να ισχύει και ο υπόχρεος δεν έχει πλέον την υποχρέωση διατροφής.
Από την έκδοση της απόφασης που ορίζει την διατροφή είτε αυτή προέρχεται από την διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων ή της τακτικής αγωγής και την γνωστοποίηση αυτής στον υπόχρεο προς διατροφή γονέα, γεννιούνται δικαιώματα και υποχρεώσεις των δύο πλευρών.
Ειδικότερα αν από την στιγμή που έχει κοινοποιηθεί προς τον υπόχρεο γονέα η απόφαση που καθορίζει το ύψος της διατροφής με επιταγή προς πληρωμή επισυναπτόμενη στην απόφαση και δεν καταβάλλει την διατροφή προς το τέκνο ο υπόχρεος γονέας, μπορεί ο έχων την επιμέλεια του τέκνου γονέας, να κινήσει την διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης. Δηλαδή να προβεί σε κατάσχεση της ακίνητης και κινητής περιουσίας του και στη συνέχεια να προβεί σε πλειστηριασμό με σκοπό να ικανοποιηθεί η χρηματική απαίτηση της διατροφής. Πιο σύντομος και οικονομικός τρόπος είναι η κατάσχεση εις χείρας τρίτου, δηλαδή αν εργάζεται μπορεί να γίνει κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη από τον μισθό του υπόχρεου, επίσης αν έχει τραπεζικό λογαριασμό μπορεί να γίνει κατάσχεση του ποσού από τον τραπεζικό λογαριασμό του.
Στην περίπτωση που ο γονέας που οφείλει διατροφή δεν έχει εισόδημα ούτε κινητή ή ακίνητη περιουσία, ώστε να γίνει κατάσχεση, δεν παύει να οφείλεται διατροφή. Το δικαστήριο δηλαδή, ακόμα και εάν ο υπόχρεος δηλώσει άνεργος και χωρίς περιουσία, θα επιδικάσει διατροφή έτσι και αλλιώς, αν και μειωμένη, διότι θεωρείται ότι ο υπόχρεος οφείλει να φροντίσει να εξασφαλίσει κάποιο εισόδημα, προκειμένου να διαθρέψει τα παιδιά του. Όμως, ακόμα και με μια δικαστική απόφαση στα χέρια, ο έτερος γονέας δυστυχώς δεν θα μπορεί να ικανοποιήσει την απαίτηση για χάρη των τέκνων, όσο δεν υπάρχουν εισοδήματα ή περιουσία για να κατασχέσει. Εάν όμως ο γονέας που είναι υπόχρεος σε διατροφή, αποκτήσει στη συνέχεια εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία (συνήθως από κληρονομιά), τότε με βάση τις αποφάσεις για τις οφειλόμενες διατροφές για τα προηγούμενα χρόνια, θα προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση. Σημειώνεται ότι μια βεβαιωμένη απαίτηση διατροφής ισχύει για 20 έτη. Για το λόγο αυτό έχει νόημα να ασκείται κάθε διετία η σχετική αγωγή περί διατροφής, ώστε ακόμα και όταν δεν είναι δυνατή η είσπραξη, να εξασφαλίζεται τουλάχιστον η απαίτηση.
Ακόμα και όταν δεν υπάρχουν εισοδήματα ή περιουσιακά στοιχεία, ο υπόχρεος εξακολουθεί να έχει ποινική ευθύνη, που σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιείται ως μέσο πίεσης όταν δεν υπάρχει άλλος τρόπος εξαναγκασμού, ιδίως όταν ο υπόχρεος δηλώνει μεν άνεργος, αλλά υπάρχουν κρυφά εισοδήματα.
Η παραβίαση της υποχρέωσης για διατροφή από τον υπόχρεο γονέα συνιστά το ποινικό αδίκημα του αρθρ. 358 του Π.Κ., με ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους και αποτελεί διαρκές έγκλημα. Το διαρκές έγκλημα έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν ισχύουν τα χρονικά όρια του τυπικού αυτοφώρου (που ισχύει για όλη την ημέρα τέλεσης του εγκλήματος συν όλη την επομένη, μέχρι τις 24:00) γεγονός που σημαίνει ότι, εφόσον έχει υποβληθεί έγκληση-μήνυση, είναι δυνατόν ο υπόχρεος να συλληφθεί και να δικαστεί με την αυτόφωρη διαδικασία ακόμη και αρκετές ημέρες μετά την υποβολή της εγκλήσεως-μηνύσεως.
Πηγή