Περισσότερο από ένα μήνα μετά την έναρξη της διπλωματικής κρίσης μεταξύ του Κατάρ και των γειτονικών του χωρών του Κόλπου
η εξεύρεση μιας λύσης μοιάζει αμφίβολη.
Η διαμάχη φαίνεται να οξύνεται μετά τις 5 Ιουνίου, οπότε η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις με το Κατάρ και του επέβαλαν οικονομικές κυρώσεις.
Κατηγορούν την Ντόχα ότι στηρίζει «την τρομοκρατία» και ότι διατηρεί σχέσεις με το Ιράν, τον μεγάλο περιφερειακό αντίπαλο του Ριάντ. Η Ντόχα αρνείται τις κατηγορίες και πρόσφατα απέρριψε τον κατάλογο των αιτημάτων που της εστάλη.
«Η κρίση θα διαρκέσει», προειδοποιεί ο Κρίστιαν Ούλριχσεν, αναλυτής του Baker Institute του αμερικανικού πανεπιστημίου Rice.
Ακόμη και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ εκτιμά ότι η αντιπαράθεση θα συνεχιστεί, «ίσως για πολλούς μήνες», όπως δήλωσε η εκπρόσωπός του Χέδερ Νάουερ, προσθέτοντας ότι «πιθανόν να οξυνθεί».
Ο τόνος των τελευταίων δηλώσεων δεν προκαλεί αισιοδοξία.
Μετά την απόρριψη από το Κατάρ των 13 αιτημάτων των γειτόνων του, τα οποία χαρακτήρισε «μη ρεαλιστικά και απαράδεκτα», οι αντίπαλοί του το απείλησαν με νέες κυρώσεις. Σε αυτό ο υπουργός Εξωτερικών του Κατάρ απάντησε καταγγέλλοντας ότι οι τέσσερις χώρες «το πολιορκούν».
Το Ριάντ και οι σύμμαχοί του εφαρμόζουν ένα είδος χερσαίου, εναέριου και θαλάσσιου εμπάργκο στο μικρό εμιράτο, το οποίο στράφηκε στο Ιράν και στην Τουρκία για τον εφοδιασμό του με τρόφιμα.
«Δεν θα υπάρξει άρση των κυρώσεων πριν περάσει καιρός, δεν βλέπω πώς αυτό θα μπορέσει να γίνει», εξήγησε ο Αντρέας Κριγκ του τμήματος Αμυντικών Σπουδών του King’s College του Λονδίνου.
Στην πραγματικότητα «φαίνεται ότι η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υποτίμησαν την ικανότητα του Κατάρ να κινητοποιήσει τις περιφερειακές δυνάμεις, όπως το Ιράν και την Τουρκία», σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό Κρίστοφερ Ντέιβιντσον.
«Σε αυτό το πλαίσιο μια επέμβαση στα σύνορα του Κατάρ δεν μοιάζει πιθανή, η στρατηγική που προτιμούν το Ριάντ και το Άμπου Ντάμπι είναι να αφαιμάξουν αργά την οικονομία του Κατάρ», πρόσθεσε.
Στο διπλωματικό πεδίο, το Κουβέιτ προσπαθεί, προς το παρόν χωρίς αποτέλεσμα, να παίξει τον ρόλο του μεσολαβητή.
Οι Δυτικοί επίσης προσπαθούν να διαδραματίσουν έναν ρόλο, όπως αποδεικνύει η επίσκεψη στο Ριάντ, στο Κουβέιτ και στην Ντόχα του Βρετανού υπουργού Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον, αλλά και του Αμερικανού ομόλογού του Ρεξ Τίλερσον.
Ο Τζόνσον ζήτησε το Σάββατο την άρση «του αποκλεισμού» που έχει επιβληθεί στην Ντόχο, υπογραμμίζοντας παράλληλα την ανάγκη να σημειωθεί «πρόοδος στην καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας». Σύμφωνα με τον ίδιο, «δεν υπάρχει καμία πιθανότητα στρατιωτικής αντιπαράθεσης».
Η όξυνση της κρίσης ενδέχεται να σημειωθεί με δύο τρόπους.
Ο Τύπος της Σαουδικής Αραβίας κάνει λόγο για πιθανή αναστολή της συμμετοχής του Κατάρ στο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου –στο οποίο συμμετέχουν οι έξι μοναρχίες του Κόλπου--, ή ακόμη και αποκλεισμό του.
Όμως ο Κριγκ πιστεύει ότι το Ριάντ θα προσπαθήσει κυρίως να τιμωρήσει την Ντόχο στο επίπεδο του Αραβικού Συνδέσμου, του παναραβικού οργανισμού με έδρα το Κάιρο.
Στο εμπορικό πεδίο η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα θα μπορούσαν να ζητήσουν από τις μεγάλες διεθνείς εταιρείες που έχουν γραφεία στον Κόλπο να επιλέξουν μεταξύ αυτών και του Κατάρ.
Μια επικίνδυνη στρατηγική, σύμφωνα με τον Ούλριχσεν, ο οποίος όπως και ο Κριγκ εκτιμά ότι ένα τέτοιο διάβημα ίσως έχει αντίθετο αποτέλεσμα κυρίως για το Ριάντ που επιθυμεί να ανοίξει την οικονομία του και σε άλλους τομείς πέραν του πετρελαϊκού.
Επιπλέον δεν είναι βέβαιο ότι οι διεθνείς εταιρείες θα υποκύψουν στο δίλημμα.
Το Κατάρ ανακοίνωσε στις 4 Ιουλίου ότι σκοπεύει να αυξήσει κατά 30% την παραγωγή του σε αέριο και οι διεθνείς εταιρείες ήδη έχουν εκφράσει την επιθυμία να συμμετάσχουν στο έργο.
Ο Σαουδάραβας σχολιαστής Αμπντελράχμαν αλ Ρασίντ επιμένει ότι τελικά το Κατάρ θα αναγκαστεί να κάνει υποχωρήσεις «μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας», όμως δεν μπορούμε να δούμε σε ποιο τομέα, σημειώνει ο Ντέιβιντσον.
Δημοσίευση σχολίου