Η ψηλή φιγούρα με το μαύρο πέτσινο, το αξύριστο μούσι-σε μια εποχή που η ποπ δεν άντεχε τίποτα περισσότερο από παιδικά μουτράκια-και το σταυρό-σκουλαρίκι στο αυτί έμοιαζε σαν να έχει βγει, εκεί στα τέλη των 80'ς από ένα βιβλίο του μέλλοντος που το σταρ σύστεμ δεν είχε εφεύρει ακόμα.
Γιατί ο Κυριάκος Παναγιώτου, το αγόρι που μεγάλωσε σε ένα μικροαστικό προάστιο του Λονδίνου με εστιάτορα πατέρα και μάνα χορεύτρια και νοικοκυρά, δεν έμοιαζε με κανένα από όσα είχαν περάσει από το σύστημα των αστέρων: ήταν ο πρώτος που συνδύαζε τσαμπουκά με χαβανέζικα πουκάμισα τραγουδώντας ταυτόχρονα για το βιαστικό σεξ και τα βαθιά αισθήματα αλλά και που ένιωθε πιο βολικά στις κουζίνες των ελληνικών εστιατορίων από ο,τι στα κλειστά και επίσημα πάρτι. Οι σαμπάνιες δεν ήταν του γούστου του, ούτε οι γκλαμουράτες εκδοχές που συνοδεύουν τις ιστορίες των αστέρων. Αν το καλοσκεφτείς ο Κυριάκος ήταν ένας από εμάς, όχι μόνο των ελληνόπουλων που έβρισκαν στα λόγια του μια χαμένη 'μπέσα' και μια 'μαγκιά' που είχαν τα παιδιά από τα λαϊκά προάστια, αλλά όλων των ανυπότακτων τέκνων του κόσμου.
Και πράγματι έτσι ήταν: τα έβαλε με τους ατζέντηδες που τον πολέμησαν, με τους δημοσιογράφους, με τη βρετανική και την αμερικανική κυβέρνηση, την μουσική βιομηχανία και την ίδια του την εταιρία την Sony που έβαζε πάντα όρους στο σύστημα προώθησης σε έναν άνθρωπο που δεν κατάλαβε ποτέ τίποτα λιγότερο από την πολυτραγουδισμένη από τον ίδιο λέξη ελευθερία. Δεν φοβήθηκε να παραδεχτεί ότι ήταν γκέι ή εξαρτημένος από τα ναρκωτικά και ακόμα και όταν τον έπιασαν να επιδίδεται σε ανώνυμο σεξ σε τουαλέτες του Λος Άντζελες, απάντησε καταλλήλως αφιερώνοντας έναν ολόκληρο δίσκο-και ένα αξεπέραστο βίντεο κλιπ, το “Outside”-στο συμβάν. Πριν από λίγα χρόνια και κόντρα σε κάθε ψυχρό κανόνα που επιβάλλει μια απρόσωπη συναυλία, στην εμφάνισή του στο Ολυμπιακό Στάδιο το 2007 βγήκε κρατώντας την ελληνική σημαία και ομολογώντας με τρεμάμενη φωνή ότι αυτή η βραδιά ήταν γι αυτόν όνειρο ζωής.
Δεν προσποιούνταν. Έλεγε αλήθεια όπως κάθε φορά που υπέγραφε ως the signing Greek θέλοντας να υπερτονίσει την καταγωγή του ακόμα και για όλους όσοι την αντιμετώπιζαν πάντα με καχυποψία. Στο άκουσμα άλλωστε και μόνο του μπουζουκιού και ενώπιον ενός δημοσιογράφου που του έπαιρνε συνέντευξη μέσα σε λιμουζίνα όπου ο Τζορτζ κάνοντας ζάπινγκ έπεσε πάνω σε ελληνικό σταθμό είχε δηλώσει πως «αυτή είναι η μουσική των δικών μου ανθρώπων. Μου θυμίζει τους ελληνικούς γάμους που πήγαινα ως παιδί. Ήμουν πολύ υπερήφανος για τον μπαμπά μου σε αυτά τα γλέντια, γιατί χόρευε με γεμάτα ποτήρια πάνω στο κεφάλι του καλύτερα από όλους».
Σύμβολο του σεξ Η εμβληματική και κυρίαρχη εικόνα του Ελληνοκύπριου πατέρα του-”που ήταν πάντοτε απών γιατί δούλευε μέχρι τα ξημερώματα στο εστιατόριο” τον συνόδευε μέχρι τον θάνατό του.
“Ευτυχώς όμως μπροστά μου δεν έδειξε καμία απογοήτευση από το γεγονός ότι ήμουν γκέι ή κάποιο σημάδι ομοφοβίας” είχε ομολογήσει σε συνέντευξή του στο GQ. “Σίγουρα ένιωθε άσχημα και ξέρω πως ήταν δύσκολο γι αυτόν αλλά δεν άφησε ποτέ να φανεί τίποτα και του είμαι ευγνώμων γι αυτό. Και μπορεί να μην του χάρισα εγγόνια αλλά το γεγονός ότι τα κατάφερα καλά στην καριέρα μου ήταν για αυτόν μεγάλη παρηγοριά”.
Ωστόσο δεν έπαψε να συγκρούεται μαζί του σε μια απόλυτη διάσταση χαρακτήρων, κάτι που δεν συνέβαινε με τη μητέρα του με την οποία ήταν εξαιρετικά δεμένος. Την απώλειά της δεν την ξεπέρασε ποτέ: δεν είναι τυχαίο ότι ομολόγησε ανοιχτά πως ήταν γκέι μετά τον θάνατό της από καρκίνο το 1997. Γιατί μπορεί η δεκαετία του 90 να του χάρισε την επιτυχία μιας αδιανόητης σόλο καριέρας μετά το εκρηκτικό Faith και το δίσκο-μανιφέστο Listen Without Prejudice Vol 1 (σ.σ. ακούστε χωρίς προκαταλήψεις) αλλά ταυτόχρονα του επιφύλασσε μια σειρά από προσωπικές τραγωδίες: το 1991 πεθαίνει ο βραζιλιάνος σύντροφός του Ανσέλμο Φελέπα τον οποίο γνωρίζει σε μια συναυλία και έξι χρόνια αργότερα φεύγει από καρκίνο η μητέρα του. Επίσης σκοτώνεται σε τροχαίο μια κολλητή του φίλη και χάνει ξαφνικά το σκυλί του από πνιγμό. “Τα πάντα γύρω μου θύμιζαν θάνατο, πίστευα ότι ο θάνατος με έχει πιάσει από το λαιμό και περίμενα πότε θα ξαναχτυπήσει” είχε πει σε συνέντευξή του στο BBC. Μια αίσθηση που πότισε με παραπάνω δόσεις συναισθηματικής ειλικρίνειας πολλές από τις ερμηνείες του.
Ο θλιμμένος τόνος που κάνει τόσο αυθεντικά αληθινό το Jesus to a Child έχει να κάνει με το ότι το αφιερώνει στον χαμένο εραστή του και τα δάκρυα που ενίοτε αφήνει να κυλήσουν στα βίντεο είναι απολύτως πραγματικά. Ωστόσο ήταν αδιανόητο για έναν πιτσιρικά, όπως ήταν ο ίδιος όταν πρωτοέγινε διάσημος στα 20 του, να καταλαβαίνει τι σημαίνει σχέση από συμφέρον και να γράφει στίχους όπως το”Everything she wants”-ή μοναξιά και χωρισμός-βλέπε “Careless Whisper” και “Last Christmas” και να προωθεί ένα μικρομέγαλο, κάπως θλιμμένο προφίλ σε μια ποπ βιομηχανία που ήξερε μόνο από ψεύτικα χαμόγελα. “Νιώθω μόνο ανασφαλής όταν πιάνω το χέρι σου και σε οδηγώ στην πίστα” λέει στην εισαγωγή του 'Careless Whisper' και το εννοεί. Αλλά με τον ίδιο τρόπο που δεν φοβόταν να δείξει την πιο ευάλωτη πλευρά μιας τρυφερής πλευράς που δεν άντεξε πραγματικά τη διασημότητα, με την ίδια πρωτόγονη ορμή αφέθηκε στον αισθησιασμό.
Αν άλλωστε κάτι απογείωσε τον Τζορτζ Μάικλ και τον έφερε στην πρώτη γραμμή, σε σχέση με τον ακαταμάχητο τότε ανταγωνιστή του Σάιμον Λε Μπον και όλα τα ωραία αγόρια της εποχής του, ήταν η αδιανόητη αισθαντικότητα του: ήξερε καλά τα σεξουαλικά υπονοούμενα που αφήνει το ελληνοπρεπές δασύτριχο στήθος σε συνδυασμό με ένα λάγνο βλέμμα ή τα γυρισμένα στο φακό καλοσχηματισμένα οπίσθια. Σε εποχές όπου το σεξ δεν υπήρχε ούτε καν στις ακατάλληλες ταινίες και το 9 1/2 βδομάδες δεν είχε καν βγει στις αίθουσες, ο Τζορτζ Μάικλ κυκλοφορούσε το “I want your sex” με ένα βίντεο που δεν προωθούσε τίποτα άλλο από τη χημεία των εραστών και τα αναψοκοκκινισμένα μάγουλα. Ούτε αιώνιες αγάπες, ούτε έρωτες.
“Ήξερα καλά ότι τα τραγούδια αυτά τα ακούνε έφηβες και παιδιά σε ευαίσθητες ηλικίες” είχε απαντήσει αργότερα σε ερώτηση για το αν είχε επίγνωση ότι ήταν σύμβολο του σεξ. “Με αυτό τον τρόπο ήθελα να τους απενοχοποιήσω σε σχέση με τη σεξουαλικότητά τους και να τους κάνω να τολμήσουν να την εκφράσουν χωρίς προκατάληψη”. Ήξερε επίσης ότι τα υγρά όνειρα με τα οποία ήταν ποτισμένη και η δική του εφηβεία αφού είχε παραδεχτεί ότι ονειρευόταν ομαδικά όργια με μπέιμπι σίτερ και με την καθηγήτριά του των μαθηματικών στο σχολείο, δεν έπρεπε να καταπιέζονται από τις μικροαστικές εμμονές που στιγμάτισαν το σπιτικό του. “Δεν έγινα γκέι για να υιοθετήσω παιδί. Ζω χαοτική ζωή και καπνίζω τζόιντς” είχε δηλώσει αργότερα εξηγώντας γιατί απέχει κατά πολύ από το πρότυπο που θα ήθελαν οι γονείς για τα παιδιά τους-ακόμα και από το ιδανικό ποπ αστέρι που θα βόλευε τη μουσική βιομηχανία. Αλλά είχε πλήρη συνείδηση ότι δεν χωράει στην προβλέψιμη ατζέντα: σε εποχές που τα 80'ς ζούσαν μόνο με πολύχρωμα ρούχα, εκρηκτικά πάρτι και χιτς που χόρευαν στα τεράστια κλαμπ ,εκείνος τολμούσε να κάνει μια μοναχική υπέροχη μπαλάντα όπως το “A different corner” φορώντας μόνο λευκά με ένα μίνιμαλ ντεκόρ και ξυπόλητος! Ίσως να είναι και αυτός που καθιέρωσε τα βίντεοκλιπ ως μέσα προώθησης ή ως έργα τέχνης κάτι που έφτασε στην αποθέωσή του με το Freedom το 90-το βίντεοκλιπ που ξεσήκωσε όλες τις ηλικίες από τις καρέκλες και τις έκανε να χορέψουν μαζί με μοντέλα πρώτου μεγέθους.
Όχι μόνο δεν φοβήθηκε τις θεϊκές του ανταγωνίστριες αλλά τις ανέδειξε όσο κανείς βάζοντας σε ένα μόνο βίντεο-τη Λίντα Ευαγγελίστα, τη Σίντι Κρόφορντ, την Κρίστι Τέρλινγκτον, τη Ναόμι Κάμπελ και την Τατιάνα Πάτιτζ. Ο ίδιος μάλιστα δεν εμφανιζόταν πουθενά στο βίντεο αφήνοντάς τες να ερμηνεύουν μόνες και ανενόχλητες λόγια απόλυτης ελευθερίας και σεξουαλικότητας. Η δεκαετία του 90 είχε βρει στο πρόσωπο του Τζορτζ Μάικλ τον απόλυτο εκφραστή της: ο φόβος του aids είχε μείνει πίσω, ο χώρος της μόδας έβγαζε ινδάλματα και ο ίδιος μπορούσε πια να απολαύσει τους καρπούς μιας ένδοξης σόλο καριέρας. Αλλά το αυτοκαταστροφικό κομμάτι που φαινόταν να θεριεύει κι η αγωνία της απώλειας χτύπησε ξανά: αμέσως μετά τον θάνατο της μητέρας του και ενώ η προσωπική του ζωή είχε βρει τον ιδανικό σύντροφο στο πρόσωπο του επιχειρηματία Κένι Γκος-ο οποίος έμεινε στο πλευρό του πάνω από μια δεκαετία-άρχισε ο νέος κύκλος των συγκρούσεων. Ήταν τότε που τα έβαλε με την εταιρεία του Sony μπλέκοντας σε ένα φαύλο κύκλο δικαστικών αναμετρήσεων από τις οποίες βγήκε χαμένος και το όνομά του άρχισε να συνοδεύει μια ιστορία διαρκών σεξουαλικών σκανδάλων.
Στα τέλη της δεκαετίας όχι μόνο τον πιάνουν στις τουαλέτες του Λος Άντζελες αλλά τον συλλαμβάνουν να επιδίδεται σε τυχαίες συνευρέσεις σε πάρκα του Λονδίνου. Συλλαμβάνεται και καταδικάζεται χαρίζοντας παχυλούς τίτλους στα εξώφυλλα των ταμπλόιντ. “Δεν είχα ποτέ πρόβλημα να παραδεχτώ ότι μου αρέσει το 'ψωνιστήρι'” είχε ομολογήσει σε συνέντευξή του στο Chanel 4. “Δεν μπορείς να ντρέπεσαι για μια κατάσταση αν δεν την θεωρείς ντροπιαστική-και εγώ σίγουρα δεν τη θεωρώ. Πρέπει να λέω την αλήθεια για την σεξουαλικότητά μου στους νέους γκέι-εδικά εγώ που βρίσκομαι στη μουσική βιομηχανία εδώ και 25 χρόνια”. Έκτοτε θα μπει μέσα του το σαράκι της πολιτικής στράτευσης στην αρχή μέσω του ακτιβισμού υπέρ των γκέι δικαιωμάτων και λίγο αργότερα σε αυτή των πολιτικών αντιπαραθέσεων-και πάλι με εκρηκτικά αποτελέσματα. Τα πάντα στη ζωή του γίνονται βαρβαρότητα και πάλι.
Από την άνοδο στην πτώσηΣτις αρχές της νέας χιλιετίας τα βάζει με το καθεστώς: τον Μπλερ, τον Μπους και τον κατασκευασμένο πόλεμο στο Ιράκ. Το νέο του χιτ Shoot the Dog παρομοιάζει τους κορυφαίους πολιτικούς του πλανήτη με γελοίες μαριονέτες και ξεφτισμένα καρτούν: ο,τι πιο πολιτικό ενδεχομένως έχει κυκλοφορήσει ποτέ στην άτρωτη σε στρατευμένα κρεσέντο ποπ βιομηχανία. Το καθεστώς τον περιθωριοποιεί και ο ίδιος στρέφει τη χρυσή τρομπέτα του-αυτή που είχε λανσάρει εμβληματικά στο Careless Wisper -στα σκοτεινά δωμάτια όπου κατοικούν μόνο οι δαίμονές του. Μια σειρά από ατυχείς δηλώσεις, καταχρήσεις, ναρκωτικά και πάλι καταχρήσεις επανέρχονται καθημερινά στα εξώφυλλα των εφημερίδων και έκτακτες ανακοινώσεις για τις εξαρτήσεις του προβάλλονται καθημερινά στην τηλεόραση ανάμεσα σε διαφημίσεις για πλαστικές τροφές, σερβιέτες και συνταγές γρήγορης κατανάλωσης. Ο Τζορτζ Μάικλ γίνεται αναλώσιμος με τον ίδιο τρόπο που το αστέρι του μοιάζει να σβήνει από τον λαμπερό χάρτη.
Αλλά σίγουρα ο ίδιος δεν έχει τελειώσει. Μέσα σε έναν χρόνο επιστρέφει δριμύτερος, με ένα όμορφο κούρεμα και ελαφρύ μούσι και το πιο αξεπέραστο ίσως άλμπουμ της καριέρας του μετά το εμβληματικό Ladies and Gentlemen, το Patience. Οι τίτλοι των δίσκων πάντα δηλώνουν κάτι από τη συναισθηματική ή πνευματική του κατάσταση και η Υπομονή-”patience”-ήταν πάντα το δυνατό χαρτί του. Είναι κάτι που έμαθε από τη μητέρα του η οποία πίστευε πάντα στις ικανότητές του αλλά και από μια εσωτερική φωνή που του μάθαινε τις υψηλές τεχνικές της επιβίωσης. Τις επόμενες δυο χρονιές απογειώνεται και αποφασίζει να επιστρέψει με παγκόσμια περιοδεία και δυο συγκλονιστικές sold out συναυλίες στο Γουέμπλει που ξανανοίγει για χάρη του.
Επειδή είχα την τύχη να παραβρεθώ τη μια βράδια-και αργότερα στα παρασκήνια-σε αυτό το εμβληματικό come back θυμάμαι τον κόσμο να παραληρεί και μητέρες-παλαιότερες φαν- να αγκαλιάζονται με τις κόρες τους και να κλαίνε. Το κοινό του είχε παραδοθεί ολοκληρωτικά, τα αστέρια έλαμπαν για χάρη του, η ζέστη έκανε γλυκά τα αισθήματα και ο Τζορτζ Μάικλ κρατούσε ακόμα τα σκήπτρα της ποπ χωρίς να ξέρει πού να τα δώσει. Οι ανοιχτές πληγές όμως έβγαζαν πια μονάχα πύον και ήταν πολύ βαριές για να επουλωθούν. Τον επόμενο καιρό θα τον περάσει παλεύοντας μάταια με την έμπνευση που τον έχει αφήσει μακριά και μια κατάθλιψη που τελικά θα τον συνθλίψει. Μάταια οι δημοσιογράφοι προσπαθούν να καταλάβουν τι στο καλό τον βασανίζει και γιατί δεν απολαμβάνει ποτέ την δόξα: “Αυτός είμαι, δεν μπορώ να είμαι κάτι άλλο” απαντά. “Και δεν ντρέπομαι για κανένα από τα λάθη μου παρά μόνο που κάποιοι άνθρωποι κινδύνεψαν εξαιτίας μου”.
Το τελευταίο κεφάλαιοΕνδεχομένως ανάμεσα σε αυτούς να είναι και εκείνος που τον κατήγγειλε για σεξουαλική παρενόχληση σε κυριλέ πάρκο στο Λονδίνο-με τον ίδιο τον ερμηνευτή να επιμένει ότι του την είχαν στημένη. Ακόμα μια καταδίκη σε αναγκαστική εργασία, κάποιοι μήνες φυλάκιση και νέος κύκλος βασανιστικών τίτλων και δημοσιευμάτων. Αλλά ο ίδιος αντί να ζητήσει συγγνώμη επιτίθεται και αντί να σιωπήσει απαντά. Όχι όπως πρέπει αλλά εμφανώς μεθυσμένος στους τηλεοπτικούς δέκτες και με ένα τσιγαριλίκι στο χέρι. Το όριο ανάμεσα στην παραδοχή του σφάλματος και στη δημόσια επιτέλεσή του έχει πια χαθεί και ο ίδιος δεν ξέρει πια πού να σταματήσει.
Η ανάγκη του να ξεπεράσει το όνειδος παραδεχόμενος τα λάθη του τον έχει κάνει πλέον εριστικό-ενδεχομένως και δικαιολογημένα αφού παπαράτσι και δημοσιογράφοι παραμονεύουν πια παντού. Μια αρρωστημένη φαν στέκεται για μέρες έξω από το σπίτι του, τρυπώνει στον κήπο του και παρότι συλλαμβάνεται από την αστυνομία, επιστρέφει μετά από κάποιες μέρες για να αυνανιστεί δημόσια έξω από την πόρτα του. Κάποιοι άλλοι παραβιάζουν την εξώπορτα για να του αφήσουν μικρά δώρα και να του κλέψουν τα εσώρουχα. Και ο ίδιος-τραγική ειρωνεία-απλώς αναζητά κάποιες στιγμές ανωνυμίας και καθημερινότητας τρώγοντας στα εστιατόρια της γειτονιάς και κάνοντας τα ψώνια του από τον τοπικό μπακάλη-ο οποίος τον αναγνωρίζει παρά τα τεράστια μαύρα γυαλιά. Όταν όμως αφήνεται στις πληγές ο άνθρωπος επιστρέφει πάντα με έναν αρχαιοελληνικό τρόπο-έστω και αν χρειαστεί να βγάλει ο ίδιος τα μάτια του ή να απαρνηθεί, όπως ο Οιδίποδας το βασίλειό του. Για τον Τζορτζ αυτό συμβαίνει όταν αναγκάζεται να συμβιβαστεί με την εταιρεία του και να γυρίσει απογυμνωμένος βασιλιάς στη λογική των επιβεβλημένων εμφανίσεων.
Αναγκάζεται στα πλαίσια της προώθησης του νέου του άλμπουμ Symphonia να βγει στην τηλεόραση όπου οι δημοσιογράφοι τον ρωτάνε ξανά και ξανά για το παράνομο σεξ και για τις καταχρήσεις. Ανακρίνουν τους γείτονες που παραδέχονται ότι τον βλέπουν συχνά πυκνά πιωμένο, τον φωτογραφίζουν τύφλα έξω από κεντρικές παμπ. Σε μια από τις νυχτερινές εξορμήσεις του πέφτει σε μια βιτρίνα γειτονικού καταστήματος και την κάνει γυαλιά καρφιά. Η περιοδεία του επίσης πάει στράφι όταν ο ίδιος κινδυνεύει σοβαρά από πνευμονία και επιστρέφοντας στο σπίτι του ξαναρχίζει τα ναρκωτικά. Τον πάνε σηκωτό σε κέντρο αποτοξίνωσης στην Ελβετία-στο πιο ακριβό με το μηνιαίο κόστος νοσηλείας να ξεπερνά τις 220 χιλιάδες ευρώ-όπου το μόνο που εξασφαλίζεται πραγματικά είναι η εχεμύθεια.
Οι τραγικοί ήρωες μοιάζουν μπροστά του πλέον καρικατούρες και το δράμα του αρχίζει να καταγράφεται δίπλα σε αυτό των καταραμένων αστέρων. Ακόμα όμως κι όταν όλοι τον είχαν συμβολικά και κυριολεκτικά τελειωμένο ο Κυριάκος Παναγιώτου είχε ήδη έτοιμη την επόμενη έκπληξη. Τα σχέδια για νέο άλμπουμ το οποίο είχε στα σκαριά με τον παραγωγό της Μπιγιονσέ έμεινε όμως αυτή τη φορά μόνο στα σχέδια -μαζί για έναν καλύτερο βίο παρέα με το νέο του σύντροφο. Ο κομμωτής διασημοτήτων Φαντί Φαουάζ με τον οποίο πόζαρε σε χαρούμενες φωτογραφίες από διακοπές παίρνει όρκο πως όλα φαίνονταν τελευταία να πήγαιναν καλύτερα για τον Μάικλ που χαιρόταν για το νέο δίσκο-ακόμα και για τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Δημοσίευση σχολίου